Point Of View

Πέρσες – Κριτική

Νάγια Παπαπάνου

Επτά χρόνια μετά την ναυμαχία της Σαλαμίνας, ο Αισχύλος παρουσιάζει στα Μεγάλα Διονύσια τους «Πέρσες», και κερδίζει το πρώτο βραβείο, αν και όπως φαίνεται από τους ιστορικούς αλλά και την σύγχρονη του δραματουργία (βλ. «Βάτραχοι» του Αριστοφάνη), οι «Πέρσες» μάλλον δίχασαν το κοινό της εποχής. Ο λόγος είναι πως το έργο παρουσιάζει τον θρήνο των Περσών και τον θρίαμβο των Ελλήνων ή μήπως την αξία των ηττημένων που προσθέτουν αίγλη στον νικητή;

Η παράσταση του Άρη Μπινιάρη εστιάζει στο πάντρεμα της μουσικής και του θεάτρου. Η μετρική διδασκαλία του Θεόδωρου Στεφανόπουλου με την συνέργεια της ατονικής μουσικής που συνοδεύει τα στάσιμα δίνει μια πολύ ενδιαφέρουσα διάσταση που αξίζει προσοχής. Καθώς στο έργο αυτό είναι οι «βάρβαροι» που πρωταγωνιστούν, ο τρόπος που εκδηλώνουν τον θρήνο και την οδύνη μέσα από την μουσική είναι δηλωτικός της πρόσληψης αλλά και παρουσίασης του «ξένου». Ακόλουθα, η κινησιολογία και η συνολική παρουσία του Χορού των ‘γερόντων’ Περσών, με την φορμαλιστική διάθεση των κοστουμιών, παραπέμπει σε ανάγλυφα από την αρχαία Περσέπολη.

Οι «Πέρσες» του Αισχύλου, ούτως ή άλλως έχουν μια αυτοτέλεια από πλευράς δομής, καθώς κάθε στάσιμο και επεισόδιο ακόμα και η έξοδος μπορούν να παρασταθούν ακόμα και αυτόνομα. Αυτό ακριβώς το στοιχείο ίσως, υπερτονίζεται υπό την σκηνοθετική πρόθεση του Άρη Μπινιάρη, χάνεται λίγο η δραματική εμπάθεια που καλλιεργείται στο κείμενο του τραγικού ποιητή. Από την άλλη πλευρά υπερτονίζεται το στοιχείο του «αλλόθρησκου», ειδικά στο στάσιμο όπου η Άτοσσα, προσφέρει χοές στον τάφο του Δαρείου καλώντας τον Χορό να την συνδράμει στο αίτημα της να μιλήσει με τον νεκρό βασιλιά. Η καλλιτεχνική αρτιότητα της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη υπερπληροί το κύρος της Άτοσσας, ακόμα κι όταν προβαίνει σε ένα τόσο χθόνιο τελετουργικό δρώμενο έκστασης και υπερβατικής επικοινωνίας με τον Κάτω Κόσμο.

Η εμφάνιση του φάσματος του Δαρείου, είναι χαρακτηριστική σκηνή μιας πιο θεατράλε παράστασης του αρχαίου δράματος, η οποία όμως τυγχάνει εξαιρετικής αποδοχής από το κοινό, κυρίως επειδή η τελετουργία που προηγείται κλιμακώνει την ένταση. Η επιλογή της αντίθεσης ανάμεσα στον λευκοντυμένο, χρυσοστόλιστο νεκρό Δαρείο και την μαυροντυμένη ζωντανή Άτοσσα, που σηματοδοτεί την αρχή της πτώσης της Περσικής Αυτοκρατορίας, είναι μια δυναμική ανάγνωση των δυνατοτήτων που προσφέρει το έργο του Αισχύλου.

Υπάρχει μια ανανεωτική διάθεση στο συγκεκριμένο ανέβασμα των Περσών, μια ολοκληρωμένη οπτική που διαθέτει στιβαρότητα. Μια παράσταση που επιδιώκει να εγείρει το ζήτημα της αντίθεσης ανατολής και δύσης, την ίδια στιγμή που – ακόμα και μέσα στο κείμενο του Αισχύλου – η ίδια η αρχαία ελληνική μυθολογία υπαινίσσεται την κοινή καταγωγή Ελλήνων και Περσών, υπερθεματίζοντας έτσι τον αντιπολεμικό χαρακτήρα του έργου. 

Στοιχεία Παράστασης 

Μετάφραση: Παναγιώτης Μουλλάς, Σκηνοθεσία - Mουσική δραματουργία: Άρης Μπινιάρης, Δραματουργική συνεργασία: Αντώνης Σολωμού, Μετρική διδασκαλία: Θεόδωρος Στεφανόπουλος, Σκηνικά: Κωνσταντίνος Λουκά, Κοστούμια: Ελένη Τζιρκαλλή, Κινησιολογία: Λία Χαράκη, Σχεδιασμός φωτισμού: Γεώργιος Κουκουμάς, Ηχητικός σχεδιασμός: Γιώργος Χριστοφή, Αγγλικοί υπέρτιτλοι: Μαρία Καλλίδου, 

Παίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη (Άτοσσα), Χάρης Χαραλάμπους (Αγγελιαφόρος), Νίκος Ψαρράς (Δαρείος), Αντώνης Μυριαγκός (Ξέρξης)

Χορός: Ηλίας Ανδρέου, Πέτρος Γιωρκάτζης, Γιώργος Ευαγόρου, Λευτέρης Ζαμπετάκης, Νεκτάριος Θεοδώρου, Μάριος Κωνσταντίνου, Παναγιώτης Λάρκου, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Μίνως, Άρης Μπινιάρης, Ονησίφορος Ονησιφόρου, Αντρέας Παπαμιχαλόπουλος, Μάνος Πετράκης, Στέφανος Πίττας, Κωνσταντίνος Σεβδαλής

Σχόλια χρηστών

Για να συμμετέχετε στην συζήτηση πρέπει να γίνετε μέλη. Λάβετε μέρος σε κάποια συζήτηση κάνοντας roll-over στο αρχικό σχόλιο και πατήστε το κουμπί "Απάντηση". Για να εισάγετε ένα νέο σχόλιο χρησιμοποιήστε την φόρμα στο τέλος της λίστας.

Για να σχολιάσετε αυτό το άρθρο θα πρέπει να είστε εγγεγραμμένο μέλος